Στις αρχές του 20ου αιώνα, τα μεροκάματα των γυναικών είχαν δέκα λεπτά, τα αντρικά μεροκάματα είχαν από μία δραχμή και είκοσι λεπτά μέχρι τρεις δραχμές, ενώ τα μεροκάματα των εργατών, που δούλευαν 10-12 ώρες ημερησίως, είχαν από πενήντα λεπτά έως μία δραχμή.
Μονάδα βάρους τότε ήταν η οκά (1282 γραμμάρια) που αντικαταστάθηκε με το κιλό το 1960.
Μία οκά ψωμί κόστιζε τριάντα με σαράντα λεπτά.
Τα φασόλια και τα ρεβίθια είχαν σαράντα λεπτά, ενώ οι φακές κόστιζαν από πενήντα μέχρι εξήντα λεπτά.
Τα αυγά αγοράζονταν μία δεκάρα τα τρία.
Το γίδινο κρέας κόστιζε από ογδόντα λεπτά μέχρι μία δραχμή, ενώ το αρνίσιο από μία δραχμή μέχρι μία και σαράντα.
Το ελαιόλαδο πουλιόνταν μία δραχμή και είκοσι λεπτά, το τυρί είχε επίσης την ίδια τιμή δηλαδή μία δραχμή και είκοσι λεπτά, τα ψάρια της λίμνης Τριχωνίδας πουλιόνταν από εξήντα μέχρι ογδόντα λεπτά ενώ τα μεσολογγίτικα από μία δραχμή και είκοσι λεπτά μέχρι μία δραχμή κι ογδόντα λεπτά.
Τα πορτοκάλια και τα λεμόνια κόστιζαν μία δεκάρα τα τρία, τα καρπούζια και τα πεπόνια είκοσι πέντε λεπτά η οκά.
Τα τσίτια είχαν σαράντα με πενήντα λεπτά η πήχη, οι αλατζάδες
πουλιόνταν πενήντα με εξήντα λεπτά, κατά το φάρδος, τα ντρίλια εξήντα με
ογδόντα λεπτά, ενώ οι βαμβακερές φανέλες πενήντα με εξήντα λεπτά η μία.
(πηγή: Kalyvia.gr)
Χιλιάρικο του 1930. Ο υπόκοσμος της εποχής του είχε δώσει το παρατσούκλι «λάχανο» ή «λαχανίδα» λόγω του χρώματός του και του μεγάλου μεγέθους
Το 1930 μέχρι πριν τον πόλεμο, το μεροκάματο στα καπνομάγαζα ήταν χαμηλό.
Στις αρχές της δεκαετίας, οι γυναίκες αμείβονταν με 27 δραχμές και οι άντρες με 50 δραχμές. Λίγο πριν τον πόλεμο το μεροκάματο των αντρών έφτασε στις 70 δραχμές και των γυναικών στις 40.
Τα εργατόπαιδα στην οικοδομή, αυτά που ήταν ανήλικα και τα έπαιρναν για να κουβαλάνε ασβέστη ή για ελαφριές δουλειές, έπαιρναν 18 με 20 δραχμές μεροκάματο.
Το βαρύ μεροκάματο ενός εργάτη ήταν 50 δραχμές γύρω στα 1937.
Οι τιμές των προϊόντων αυτή την δεκαετία;
Οκά ζάχαρη: 24 (εισαγόμενο είδος)
Οκά καφές: 80 (εισαγόμενο)
Οκά σαπούνι: 24 (εγχώριο)
Οκά κεφαλοτύρι: 60 (εγχώριο)
Οκά βούτυρο: 80 (εγχώριο)
Οκά φασόλια: 12 (εγχώριο)
Οκά φακές: 14 (εγχώριο)
Οκά φωτιστικό πετρέλαιο: 20
Οκά ζυμαρικά: 16
Οκά ούζο: 52
Οκά λάδι: 30 – 40
Οκά αλεύρι: 8 δραχμές.
Δύο δεκαετίες μετά, γύρω στα 1960, τότε που οι μισθοί των υπαλλήλων κυμαίνονταν από 1500 έως 3000 δρχ., το κατώτατο μεροκάματο ενός ανειδίκευτου εργάτη ήταν γύρω στις 50 δραχμές και τα μεροκάματα των τεχνιτών γύρω στις 70 δρχ, οι τιμές των προϊόντων μεταβάλλονται ως εξής:
Αλεύρι : 3-5 δρχ το κιλό.
Ρύζι : 7-12 δρχ το κιλό
Μακαρόνια : 6-12 δρχ το κιλό
Ζάχαρη : 14 δρχ το κιλό
Βακαλάος : 7-12 δρχ το κιλό
Γάλα ζαχαρούχο κουτί : 6-10 δρχ.
Γάλα ΝΟΥΝΟΥ : 4-8 δρχ.
Λάδι : 15-25 δρχ το κιλό
Σιτάρι : 2,5-4 δρχ το κιλό
Πετρέλαιο φωτιστικό : 4-6 δρχ το κιλό.
Επίσης ένα τετράδιο μικρού σχήματος 20 φύλλων κόστιζε 0,5-1 δρχ., μια πένα-κονδυλοφόρος 1-2 δρχ., το βιβλίο αναγνωστικού 6-12 δρχ., το σαπούνι 12-20 δρχ., το κρασί στα μαγαζιά 2-8 δρχ., το ούζο χύμα 10-15 δρχ. και ο καφές στο καφενείο 0,5-1 δρχ. και η εφημερίδα 1,5 δρχ.
Οι μικροί δίσκοι των 45 στροφών με τα δυο τραγούδια διαρκείας έως 3,30 λεπτά, στα 1950 και αρχές του 1960 στοίχιζαν 30 δραχμές (27 για την ακρίβεια).
Ένα μικρό πικ-απ δεν κόστιζε πάνω από 200 δραχμές.
Ένα περιοδικό ποικίλης ύλης (π.χ. «Εικόνες») κόστιζε 5 δρχ.
Από την σελίδα Kalyvia.gr, για την ίδια περίοδο, διαβάζουμε ότι ένα κιλό λευκό ψωμί είχε 5 δραχμές.
Το μοσχαρίσιο κρέας κόστιζε το κιλό 30 δραχμές ενώ το ρύζι είχε 5,7 δραχμές.
Ένα κιλό ελαιόλαδο κόστιζε 17 δραχμές ενώ το τυρί είχε 30 δραχμές.
Η ζάχαρη αγοράζονταν το κιλό 11 δραχμές ενώ ο καφές κόστιζε 72 δραχμές το κιλό.
Το πετρέλαιο είχε 3,7 δραχμές το λίτρο, το μάλλινο ύφασμα είχε το μέτρο 294 δραχμές και τα ανδρικά παπούτσια κόστιζαν το ζευγάρι 310 δραχμές.
Οι πατάτες πουλιόνταν το κιλό 1,9 δραχμές ενώ τα φασόλια τα ξερά είχαν 11 δραχμές.
Το 1976, όταν το απλό μεροκάματο οικοδομής ήταν 600 δρχ. και του τεχνίτη-μάστορα γύρω στις 1000 δρχ., η εφημερίδα κόστιζε 5 δρχ, το κρέας 120 δρχ. το κιλό, το λάδι 70 δρχ. και ένα σουβλάκι 10 δρχ.
Πηγή: Αγρίνιο Γλυκές Μνήμες…
0 Σχόλια